Σάββατο 16 Απριλίου 2011

ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ - ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ



τα πρώτα βήματα

Η αρχή του ραδιοφώνου, όπως και γενικά της ραδιοτηλεγραφίας, είναι η συνέχεια της τηλεγραφίας: θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε, ασύρματη τηλεγραφία. Πρόκειται για τη μετάδοση ηχητικών ή τηλεγραφικών σημάτων σε μεγάλες αποστάσεις, χωρίς να μεσολαβεί μεταλλικός αγωγός. Χρησιμοποιούνται ηλεκτρομαγνητικά κύματα μεγάλου σχετικού μήκους (από 0,01 μ. και πάνω).

Γύρω στο 1865, από το Μάξγουελ (J. C. Maxwell) η ραδιοτηλεγραφία εκφράστηκε σα θεωρία. Ήταν η πρώτη, κατά χρονολογική σειρά, εφαρμογή της θεωρίας του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, η οποία είναι μια από τις μεγαλύτερες και επαναστατικότερες απόπειρες συνένωσης των φυσικών φαινομένων σε ένα ενιαίο σύνολο, τα οπτικά φαινόμενα έχουν στενή συγγένεια με τα ηλεκτρικά. Ο Μάξγουελ υποστήριξε την ύπαρξη ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων που έχουν τα ίδια φυσικά χαρακτηριστικά με το φως, διαφέρουν από αυτό αποκλειστικά και μόνο από το μήκος του κύματος. Όμως ο Φαραντάι (M. Faraday) ήταν ο πρώτος που έβαλε τα θεμέλια για το δόγμα του ηλεκτρικού και μαγνητικού πεδίου (1837-46), ήταν αυτός προώθησε την ιδέα ότι η διάδοση των ηλεκτρικών και μαγνητικών φαινομένων γίνεται με πεπερασμένη ταχύτητα και αποτελεί κυματική διαδικασία.
Η θεωρία του Μάξγουελ έγινε δεκτή με πολλές επιφυλάξεις από τον επιστημονικό κόσμο της εποχής του, όμως τα πειράματα του Χερτζ (H. Hertz) επαλήθευσαν αυτή τη θεωρία (1886-89). Ο Χερτζ κατάφερε να παράξει, να παρατηρήσει και να μελετήσει τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα και, με τα πειράματά του, κατέληξε στις ίδιες διαπιστώσεις με αυτές του Μάξγουελ, οι οποίες ήταν μόνο θεωρητικές. Κατά συνέπεια, μπορούμε να πούμε ότι από την εποχή του Χερτζ εφευρέθηκε η ραδιοτηλεγραφία, όμως δεν είχε γίνει το δεύτερο μεγάλο βήμα, η πρακτική εφαρμογή της. Ο Χερτζ μπόρεσε να παράξει και να εκπέμψει τα κύματα αυτά με τη βοήθεια ενός ταλαντωτή, διεγειρόμενου από ένα σπινθήρα εκκένωσης. Με τη βοήθεια ενός δεύτερου ταλαντωτή στον οποίο ξέσπαγε σπινθήρας σε ένα διάκενο, με την επίδραση λαμβανομένου κύματος, ο Χερτζ μπόρεσε να ανιχνεύσει τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Μπόρεσε να αποδείξει ότι αυτά τα κύματα μπορούν, όπως ακριβώς τα φωτεινά, να υποστούν ανάκλαση, συμβολή και πόλωση, δεν πρόβλεψε όμως τη δυνατότητα χρησιμοποίησης ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων για τη μετάδοση πληροφορίας.
Το φαινόμενο του συντονισμού μελετήθηκε από τον Μπζέρκνες (V. F. K. Bjreknes), το 1891, και έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στα πειράματα του Χερτζ. Ένας τύπος, μεγάλης σημασίας, επιτεύχθηκε πολύ νωρίς, το 1853, από τον Τόμσον (W. Thomson), βάσει του οποίου μπορούσε κανείς να προσδιορίσει τη συχνότητα συντονισμού ενός κυμαινόμενου κυκλώματος, με απουσία απόσβεσης. Ο Μπράνλεϊ (E. Branley), το 1890, στη Γαλλία, είχε ανακαλύψει το σωλήνα ή συνοχέα, ο οποίος ήταν ο πρώτος ευαίσθητος φωρατής των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Αυτός ο συνοχέας σχεδιάστηκε από το Λοντζ (O. Lodge), στη Αγγλία, το 1894, ο οποίος επανέλαβε τα πειράματα του Χερτζ, με ένα σωλήνα, γεμάτο από μεταλλικά ρινίσματα που είχε ηλεκτρόδια και στα δύο του άκρα.
Προς αυτή την κατεύθυνση δούλεψαν αρκετοί επιστήμονες, όπως ο Εμ. Δραγούμης, ανάμεσα σε αυτούς. Καθοριστική ήταν η συμβολή του Ρώσου Α. Σ. Ποπόφ (A. S. Popov), ο οποίος, το 1895, εφηύρε πλήρη διάταξη λήψεως των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, τα οποία παράγονται κατά τις ατμοσφαιρικές διαταραχές. Δούλευε πάνω στην εργασία του Χερτζ, προσπαθώντας να πετύχει 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου